Οι άνθρωποι μετακινούνται από μία χώρα σε άλλη για ένα καλύτερο μέλλον για τους ίδιους και τα παιδιά τους. Κάνουν προσπάθεια να ενταχθούν σε ένα καινούργιο κοινωνικό-πολιτισμικό-οικονομικό περιβάλλον θέλοντας όμως να διατηρήσουν τους δεσμούς που έχουν με την κουλτούρα από την οποία προέρχονται και τις πατρογονικές τους ρίζες.
Η συχνή διακίνηση και η εύκολη πρόσβαση για επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων σήμερα, κάνει την εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας σημαντικό προτέρημα τόσο για την ανάγκη για καθημερινή επικοινωνία όσο και για ακαδημαϊκούς ή επαγγελματικούς σκοπούς.
Σημεία αναφορικά με τη διάσταση της διγλωσσίας ή πολυγλωσσίας στην Ευρώπη σήμερα.
• Υπάρχουν 9,000 διαφορετικές γλώσσες που χρησιμοποιούνται ανά τον κόσμο σήμερα
• 60% του πληθυσμού μιλά πέραν της μίας γλώσσας
• Πέραν των 60 διαφορετικών γλωσσών χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ευρώπη (η Ευρώπη της Βαβέλ) χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η νοηματική. Επίσημα, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, το κοινοβούλιο παρουσιάζει νομοθεσίες και μεταφράσεις σε 23 γλώσσες που αφορούν τις 27 χώρες- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
• Οι γλώσσες αλλάζουν με τον καιρό. Αναπτύσσονται σταδιακά, όπως π.χ. τα Νέα Ελληνικά αναπτύχθηκαν σταδιακά από τα Αρχαία Ελληνικά.
• Οι γλωσσικές αλλαγές σε μία γλώσσα παρουσιάζονται όταν άνθρωποι που μιλούν διαφορετικές γλώσσες συναντιούνται και συμβιώνουν.
• Η ευκολότερη διακίνηση των επαγγελματιών στις χώρες της Ευρώπης και ο αυξημένος αριθμός μεταναστών φέρνει αναμφίβολα αλλαγή τόσο στη γλώσσα όσο και στην κουλτούρα της κάθε γλώσσας. Η προσαρμογή είναι πολλές φορές δύσκολη και οι συνθήκες ζωής όχι οι καλύτερες.
• Από τις πρώτες ημέρες της ζωής του, ένα παιδί έχει την ικανότητα να ξεχωρίζει τους ήχους της κάθε γλώσσας.
• Επίσης το παιδί από πολύ νωρίς μπορεί να διακρίνει μεταξύ των δύο γλωσσών.
• Από τον 2ο μήνα της ζωής του και πέρα, το παιδί έχει εδραιώσει τις παραμέτρους της κάθε γλώσσας.
• Μαθαίνει τους δύο προσδιορισμούς των δύο γλωσσών, δηλαδή λέει στον πατέρα «apple» και στη μητέρα «μήλο».
Διγλωσσία: η ικανότητα να χειρίζεσαι δύο γλώσσες (αντιληπτικά και εκφραστικά) εξίσου.
Μαθαίνοντας δύο γλώσσες
Ο κάθε άνθρωπος έχει την ικανότητα να μάθει μία νέα γλώσσα. Για ορισμένους είναι ευκολότερο από άλλους, αλλά όλοι μας μπορούμε να μάθουμε. Τα άτομα που χρησιμοποιούν δύο γλώσσες, λέγονται δίγλωσσα.
Τα παιδιά μπορούν να μάθουν να είναι δίγλωσσα. Μπορούν να μάθουν δύο γλώσσες στο σπίτι, στο σχολείο ή στην κοινότητα. Μερικά παιδιά μαθαίνουν και τις δύο γλώσσες πολύ καλά. Αλλά ορισμένες φορές, η μία γλώσσα είναι καλύτερη από την άλλη. Η γλώσσα την οποία γνωρίζει και χρησιμοποιεί καλύτερα ένα παιδί, είναι η κυρίαρχη γλώσσα . Με την πάροδο του χρόνου, η κυρίαρχη γλώσσα μπορεί να αλλάξει, ιδιαίτερα εάν το παιδί δεν τη χρησιμοποιεί συστηματικά.
Το να μιλάς δύο γλώσσες είναι μια ικανότητα όπως όλες οι άλλες. Για να μπορεί ένα παιδί να είναι καλό σε αυτή την ικανότητα χρειάζεται πολλή εξάσκηση, την οποία οι γονείς μπορούν να προσφέρουν. Χωρίς εξάσκηση/χρήση της γλώσσας, θα είναι πολύ δύσκολο για ένα παιδί να την κατανοήσει αρκετά και να τη χρησιμοποιήσει προφορικά μιλώντας σε διάφορους ανθρώπους και στις δύο γλώσσες.
Απόκτηση της πρώτης γλώσσας (Γ1) και της δεύτερης γλώσσας (Γ2):
• Τα παιδιά μπορούν να αποκτήσουν την κάθε γλώσσα ανεξάρτητα ή παράλληλα. Μπορούν να κάνουν επιλογή γλώσσας κατά την ηλικία 2-3 χρόνων.
• Τα παιδιά αποκτούν την Γ1 γρήγορα, όμως και την Γ2 το ίδιο γρήγορα. Η απόκτηση είναι ταχύτερη όταν η Γ2 παρουσιάζεται γύρω στα 3-4χρ. Η ιδανικότερη ηλικία για απόκτηση της δεύτερης γλώσσας, είναι πριν τα τρία χρόνια όπου η αποθήκευση των πληροφοριών είναι απεριόριστη, τυχαία και διατηρείται από την διαδικαστική μνήμη.
• Τα δίγλωσσα παιδιά παρουσιάζουν εναλλαγή και συνδυασμό των γλωσσών για να ενισχύσουν την επικοινωνία ικανοποιητικά χωρίς σύγχυση. Αυτός ο συνδυασμός γλωσσών είναι εμφανής μέχρι τα 3 χρόνια.
• Δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα για τον ακριβή τρόπο της απόκτησης της Γ2, όμως κάποιες έρευνες δείχνουν ότι η διαδικασία απόκτησης σχετίζεται με το είδος της γλώσσας και τις συνθήκες εκμάθησης.